Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΑΠΑΤΣΙ

Σημάδεψα στον χάρτη

μια χώρα μακρινή,

εκεί που κρύβεται ο ήλιος

στου Μανιτού την γη.

Κι’έτσι θα μείνεις μοναχή,

εδώ στην χώρα των θαυμάτων.

Έδω που νόμιζες κι’εσύ

πως θ’αγοράσεις την ζωή.

Σημάδεψα στον χάρτη

την χώρα των απάτσι,

ινδιάνους να έχω αρχηγούς

και άλογα για αδελφούς.

Ινδιάνων γη παντοτινή

θα κάνω για πατρίδα,

να’χω για σπίτι ουρανούς

και να μιλώ στους αετούς.

Σημάδεψα στον χάρτη

μια χώρα μακρινή,

την χώρα των απάτσι,

του Μανιτού την γη.

Continue Reading

ΑΝΔΡΑ ΕΣΥ

Γέρασα περιμένοντας…

Γέρασα περιμένοντας να μυρίσω τους ωκαιανούς,

να βρω και εκείνη τη γοργόνα,

που μου’ταξε στα όνειρα πως θα’ναι εκεί.

Και τούτο το γέρικο δέντρο

κουράστηκε βλέπωντας με να ονειρεύομαι.

Κι’ο καθρέπτης,

αυτός ο μικρός ψεύτης,δεν σταμάτησε

ποτέ να με ξεγελάει,

ή μήπως είναι η ψυχή μου αυτή που βλέπω

και τα κουρασμένα θαμπά μου μάτια

δεν το καταλαβαίνουν.

Πάντως δεν είμαι μόνος,

έχω τον ίσκιο μου για συντροφιά

κι’ας τον απαρνιέμαι.

Όμως άντρα εσύ του φθινοπώρου

πρέπει να ξαναγεννηθείς

απ’την παρθένα μήτρα του δάσους

που το δρόσισε από έρωτα το φεγγάρι.

‘Ανδρα, εσύ της άνοιξης,

πρέπει να ξαναδείς απ’την αρχή.

Όχι τα χιόνια που λιώνουν,

ούτε τα μπουμπούκια που δακρύζουν.

Άνδρα της άνοιξης,

πρέπει να δεις απ’την αρχή

αυτά που δεν γεννήθηκαν ακόμα.

Άνδρα εσύ του καλοκαιριού,

εσύ που θα συναντήσεις την θάλασσα

και θα πατίσεις στην παρθέννα ακρογυαλιά.

Άνδρα εσύ της πανσελήνου,

χώσε βαθιά τα πόδια σου στην άμμο

για να σε νιώσει η γη.

Άνδρα εσύ της χειμωνιάς,

γιέ του χιονιού και του βοριά.

Πιές τους κεραυνούς που θα σε βρούν,

στο απόλυτο του τίποτα που θα σε ξεναγούν

εσύ να φτύνεις την φωτιά να τους προλάβεις.

Continue Reading

ΕΓΩ

Κάποτε ήταν το ποτάμι,

κάποτε της θάλασσας το κύμμα

και κάποτε το θρόϊσμα των φύλλων…

μια παρηγοριά.

Τώρα το ποτάμι στέρεψε.

Η θάλασσα γαλήνια κυλά.

Τα φύλλα πέσαν απ΄τα δέντρα

και εγώ…

Κάποτε ήτανε το χιόνι.

Κάποτε η σελήνη να γελά

και κάποτε η φωνή απ’τα χελιδόνια…

μια παρηγοριά.

Τώρα το χιόνι έλιωσε.

Το φεγγάρι σιωπά.

Τα χελιδόνια δεν πετάνε

και εγώ…

Κάποτε ήταν μια πατρίδα.

Κάποτε είδαν αίμα να κυλά

και κάποτε γεννιόντουσαν ελπίδες…

μια παρηγοριά.

Τώρα γεμίσαμε πατρίδες.

Τώρα το αίμα προσκυνά.

Προδότες κλέψαν τις ελπίδες

και εγώ…

Μήπως τα έκανα όλα αυτά εγώ!!!

Continue Reading

ΘΩΡΩ

Θωρώ στη νιότη σου στεφάνι…

μ’αγκάθια και φαρμάκι…

μάνα γονυπετής στην προσευχή

παρακαλεί για χάρη.

Όπου το δάκρυ στάζει

γεννιέται μια πηγή…

και κάθε που στενάζει

γίνεται η λύπη μια κραυγή.

Θωρώ στην νιότη σου στεφάνι

πλεγμένο από χέρια αδελφικά,

κι όσο η οργή σου δεν προβάλει

όλο θα πλέκουν πιο πολλά.

Όπου κι αν θες να γνέψεις

αγκαθιές και φαρμακιές…

για λίπασμα οι στείρες σκέψεις

κι’όλο αφέντες και κριτές.

Θωρώ στην νιότη σου στεφάνι,

βωμό σε λόφο σκοτεινό,

οργή να τρέχει σαν ποτάμι

μα τ’όραμα σου κοντινό.

Όπου το αίμα σου κυλά

λούζει ελπίδες για ζωή

και κάθε που ο πόνος σε νικά…

λογάς άλλους ο λόφος να μην δει.

Θωρώ μύρια τα στεφάνια…

θωρώ λόφους πολλούς πάνω στη γη…

θωρώ στο γόνι μάνες χιλιάδες…

θωρώ πως έρχεται η στιγμή…

Continue Reading

ΣΑΝ ΔΥΟ ΑΣΤΕΡΑΚΙΑ

Είμασταν δυο αστεράκια

π’ανοιχτήκαν στα βαθιά.

Μα δεν είχαμε πυξίδα

και μας πήραν τα νερά.

Σαν δυο αστεράκια

μας κατάπιε η νυχτιά

και μας όρισε η μοίρα

δυο φάρους στ’ανοιχτά.

Δελφίνια και γοργόνες

μας μοιράζουν συντροφιά

κι’οι νοτιάδες μας θυμίζουν

έρωτες απ’τα παλιά.

Continue Reading

ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΧΡΥΣΑ

Πάνω στα χρυσά μονάχος μένεις

κι απέξω στη φωτιά

φωνές και κλάματα

σαν μεταθανάτια μελωδία

που όλοι σιχαίνονται να ακούνε

μα κι όταν την ακούνε συγκινούνται.

Δεν σε σκιάζουν πια

τα καρφωμένα αετόπουλα

στον τοίχο της μάντρα σου ,απ’ τους

σουγιάδες πού ο ίδιος σκάλισες

με τόση επιμέλεια πάνω στον πόνο

αυτών που σε άφησαν να τους συμπονάς.

Κάθε που πέφτει η νυχτιά

στην ανάπαυλα,

από αυτούς που σε κούρασαν

τόσα χρόνια με το σκάλισμα,

χωρίς καν να σε ρωτήσουνε

που έμαθες να σκαλίζεις τόσο όμορφα

και πως έμαθες τόσο περίφημα τις άκρες

του σουγιά να ακονίζεις

και χωρίς ακόμα να ρωτήσουνε,

που κάθε φορά την κόψη τους

δοκιμάζεις.

Κάθε ξημέρωμα η νυχτιά

φεύγει ματωμένη και η μέρα

στις αλυσίδες σέρνεται

παρακαλώντας να νυχτώσει,

γιατί τούτο το μαρτύριο

που οι θεοί με τόση στοργή έστειλαν

δεν αντέχετε και δεν υπάρχουν

άλλοι καινούριοι θεοί

να βοηθήσουν , ίσως για δε βρίσκουν

καλούς του λόγου χρήστες

για να τους φωτίσουν.

Εκείνα τα φεγγάρια τα κατάχρυσα

και ‘κείνοι οι λαμπεροί οι ήλιοι

που φάνταζαν στα γραφόμενα

που η γιαγιά μου,

μου εδιάβαζε ανελλιπώς,

ούτε τα κουφάρια τους δεν είδα,

κάποιος μόνο τυχαία έδειξε

που εβασίλευαν κάποτε

και εκεί τώρα μόνο τρύπες μένουν

στο χρώμα της χολής και

 της μούχλας,

για να δείξουν

πώς δεν θα ξαναρθούν.

Τώρα εκείνα τα γραφόμενα

κιτρινίζουν και σκονίζονται

γιατί κανένας δεν θέλει να τα’ αγγίξει,

γιατί κανείς δεν θέλει πια

στα ψέματα να ζήσει.

Τώρα αετόπουλα

μαθαίνουν την τέχνη του σκαλίσματος,

μαθαίνουν την τέχνη του τροχίσματος

και τα ρινίσματα φυτεύουν στη γη

για να τραφούν απτούς καρπούς

οι επόμενοι που θα’ ρθούν.

Κι όμως δεν σε σκιάζει τίποτα

για το χρυσό πολύ γυαλίζει

και σε τυφλώνει,

μα έτσι όπως αστράφτεις

μπορείς να κρυφτής λιγότερο

και είναι ακόμα λιγότεροι

αυτοί που θα θελαν να σε κρύψουν.

Πόσες κι αν δε γονάτισα

στην μάνα γη για να μ’ ακούσει,

πόσες κι αν δε δοκίμασα

την γεύση απτό σώμα της,

μα όλα ήταν μάταια,

όλα ήταν ποτισμένα με πίκρα

και όλα θαμπά ,από τα όνειρα

που ξέπλυναν οι θεοί

και μας αφήσανε την μούργα τους

  για να λουζόμαστε.

Continue Reading

Die endlose Reise

Das war sie nun also,
die endlose Reise des Lebens.

Wer oft in Demutsgeste betend war
dem fehlte die Zeit zum weinen.

Such den berauschten Alten,
der in deinen Augen las.
Finde den der dir damals sagte,
du würdest noch um die Jugend weinen.

Such auch deine Gegner.
All jene die dich zu Tränen rührten.
Finde sie,
gib ihnen Recht und ein Versprechen sie nie zu vergessen.

Such die Hebamme.
Finde sie,
die dein erstes Weinen hörte
und frag sie ob sie im Stande ist das Wunder zu wiederholen.

Continue Reading

A Dancing Figure

The night has passed.

You are still there, like an echo,
a dancing figure in the shadow of the moon.

A quickened  breath that comes to life before the magic mirror.
Floating over the oceans of the universe,
like an untouched paradise that is waiting for its painter.
The night has passed.
Only glittering dust remains as testimony of you.
Continue Reading